- εξωκατάκοιλοι
- οι (Μ ἐξωκατάκοιλοι και ἐξωκατάκηλοι)κληρικοί που κατέχουν τα πέντε πρώτα εκκλησιαστικά αξιώματα στο οικουμενικό πατριαρχείο.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Экзокатакилы — (εξωκατάκοιλοι) так назывались шесть высших сановников при константинопольском патриархе, начальствовавших над шестью советами (σεκρέτον), в которых сосредоточивались дела по той или другой отрасли управления. Из множества догадок ученых о… … Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона
έξω — και όξω (AM ἔξω) επίρρ. 1. (με ρ. κινήσεως ή στάσεως) στο εξωτερικό μέρος ενός χώρου («πήγαινε έξω», «βγήκε έξω») 2. (το ρ. εξυπακούεται) δηλώνει αίτημα για αποπομπή («έξω οι βάσεις», «καὶ ὁ μὲν ἡγεῑτο λέγων ἔξω χριστιανούς», Λουκιαν. Αλ.) 3. (σε … Dictionary of Greek